Oramique – Αλεξάνδρα Παναγιώτου: Το τρέξιμο είναι το φως μου

Όλοι έχουμε και κάτι καλό ακόμη και στη χειρότερη στιγμή της ζωής μας, αρκεί να το δούμε

Εικονογράφηση: ΤΙΤΙΝΑ ΧΑΛΜΑΤΖΗ
Γιάννης Παπαδόπουλος
  
Η διαδρομή δεν συνιστάται για απροετοίμαστους. Δεν είναι τόσο ο όγκος των χιλιομέτρων, όσο οι μεγάλες υψομετρικές διακυμάνσεις που δοκιμάζουν την αντοχή. Στο ανέβασμα, εάν δεν βρεις ρυθμό, νιώθεις ότι δεν περισσεύουν οι ανάσες. Στο κατέβασμα, παρότι το έργο της αναπνοής γίνεται πιο ελαφρύ, τα πόδια βαραίνουν σαν μολύβι μπλοκάροντας τους τετρακέφαλους.

Ο Ορειβατικός Μαραθώνιος Ολύμπου είναι, σύμφωνα με τους διοργανωτές του, ένας συνδυασμός ανωμάλου δρόμου και ορειβασίας. Τον Σεπτέμβριο του 2000 η Αλεξάνδρα Παναγιώτου βρέθηκε χαράματα στην εκκίνησή του. Πλάι σε έμπειρους δρομείς και ορειβάτες, ξεχώριζε με το βαμβακερό σορτσάκι της και τα ακατάλληλα για τις συνθήκες του αγώνα αθλητικά της παπούτσια. Είχε ελλιπείς προπονήσεις και μεγάλη άγνοια για τα απαιτητικά χιλιόμετρα που τη χώριζαν από τον τερματισμό. «Στις ανηφόρες μπορούσα, στις κατηφόρες πήγαινα με τα χέρια στις πέτρες», θυμάται. Τελικά, ανέλπιστα, βγήκε δεύτερη στις γυναίκες και 32η στη γενική κατάταξη σε σύνολο 124 τερματισάντων.

Η κ. Παναγιώτου έχει πολλές δρομικές ιστορίες να διηγηθεί – ίσως αυτή να μην είναι η πιο εντυπωσιακή της. Τo 2004 τερμάτισε δεύτερη στον Μαραθώνιο της Βαρκελώνης με την αξιόλογη επίδοση 2:48. Την ίδια χρονιά βγήκε τέταρτη στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα στην Αθήνα με χρόνο 2:53. Εχει διανύσει υπεραποστάσεις για φιλανθρωπικούς σκοπούς, κάποιες φορές υπό αντίξοες, ακραίες συνθήκες. Προσπάθησε για σύντομο διάστημα να αφοσιωθεί στον πρωταθλητισμό, αλλά τα πόδια της τραυματίστηκαν από την υπερπροπόνηση. Πέρα από όλα αυτά, όμως, η αφετηρία της σχέσης της με το τρέξιμο βρίσκεται στις πλαγιές του Ολύμπου, στο μακρινό 2000. Εκεί γνώρισε για πρώτη φορά την απελευθερωτική επίδρασή τους, αλλά και τη δυσκολία τους. Θέλει υπομονή και αυτογνωσία για να μοιράσεις τις δυνάμεις σου στα σκαμπανεβάσματα μιας διαδρομής, ώστε αυτές να μην εξαντληθούν ούτε και να περισσέψουν στο τέλος. Ολα αυτά αποδείχτηκαν σημαντικά εφόδια και για την ίδια, όταν νόσησε από καρκίνο.

«Οταν έπαθα τον καρκίνο, είπα ότι θα τον αντιμετωπίσω όπως κάθε εμπόδιο και πρόκληση στη ζωή μου και θα το ξεπεράσω», λέει η κ. Παναγιώτου. Το 2017 διαγνώστηκε με καρκίνο μαστού. Στις 20 Δεκεμβρίου εκείνου του έτους άρχισε χημειοθεραπείες, λίγες ημέρες αργότερα έχασε τα μαλλιά της και λίγες εβδομάδες μετά έτρεξε ξανά. Προσεκτικά στην αρχή. Αλλωστε, λέει ότι ακούει πάντοτε το σώμα της. «Αρχισα στον αγώνα με προσοχή, τσούκου τσούκου, αλλά η μέθοδός μου είναι πρώτα η υγεία. Δεν κάνω τρέλες ακόμη κι αν το νομίζουν αυτό για εμένα», τονίζει.

Ως σύμβουλος στελεχών επιχειρήσεων και εμψυχωτική ομιλήτρια, η κ. Παναγιώτου προσπαθεί εδώ και χρόνια με τον λόγο της να εμπνέει. Τη συνάντησα στην αυλή του σπιτιού της τον περασμένο Νοέμβριο, προτού τεθούν σε εφαρμογή οι περιορισμοί του δεύτερου τότε lockdown. Την πέτυχα στην τελευταία φάση της μετακόμισης, με κάποιες κούτες να μην έχουν ανοίξει ακόμη. Καθίσαμε στην αυλή, κρατήσαμε αποστάσεις ασφαλείας, ενώ η Ρόμπιν, η σκυλίτσα της, διέκοπτε κάθε τόσο την κουβέντα μας για χάδια. Ψηλή, με κοψιά δρομέα αντοχής, η κ. Παναγιώτου δεν κρύβει την αγάπη της για τα χιλιόμετρα. «Το τρέξιμο είναι υγεία, χαρά, μαγεία. Χωρίς αυτό μπορεί να μην ήμουν ζωντανή. Το τρέξιμο είναι το φως μου», λέει.

Και όμως για πολλά χρόνια το τρέξιμο δεν ήταν κομμάτι της ζωής της. Γεννήθηκε στο Δουβλίνο και μετακόμισε στην Αθήνα όταν ήταν τεσσάρων ετών. Ο πατέρας της ήταν γιατρός (πέθανε το 2017 ένα μήνα προτού χειρουργηθεί η κ. Παναγιώτου για τον καρκίνο) και δούλευε σε ερευνητικά προγράμματα στην Ιρλανδία. Η κ. Παναγιώτου φοίτησε αρχικά σε αγγλικό σχολείο στην Αθήνα, σε ηλικία 11 ετών πήγε σε οικοτροφείο στην Ιρλανδία και πραγματοποίησε σπουδές στην Ελβετία με αντικείμενο φιλοσοφία, ψυχολογία και κοινωνιολογία.

Οταν επέστρεψε στην Ελλάδα δεν είχε σχέση με το τρέξιμο. Ωσπου γράφτηκε σε ένα γυμναστήριο στην Ερυθραία Αττικής και ξεκίνησε να δοκιμάζει τον διάδρομο. Τότε θυμήθηκε τις σκηνές από έναν Μαραθώνιο που είχε παρακολουθήσει, ως μαθήτρια στο Δουβλίνο, μαζί με τον πατέρα της. «Θυμάμαι τη βροχή και τον τερματισμό, τα κλάματα χαράς και τις ισοθερμικές κουβέρτες που μοίραζαν στους δρομείς και είπα ότι κάποια στιγμή θα τρέξω κι εγώ, για να μου πει τότε ο πατέρας μου: “Είσαι τρελή; Αυτοί χαλάνε τα γόνατά τους!”» λέει.

Τελικά διήνυσε για πρώτη φορά τα 42.195 μέτρα του Μαραθωνίου στην Αθήνα το 2000. «Τερμάτισα σαν λουλούδι, φρέσκια», θυμάται. «Οταν πήγα να πάρω το δίπλωμα συμμετοχής, κάποιος προπονητής με ρώτησε: “Εσύ ποια είσαι, από πού ήρθες; Με τι ρυθμό έτρεξες;” Δεν είχα ιδέα από ρυθμό. “Ξεκίνησα, έτρεξα, τερμάτισα”, του απάντησα».

«Αισθανόμουν πολύ μόνη»
Τρία χρόνια αργότερα, η κ. Παναγιώτου μετανάστευσε στην Ισπανία. Ετρεχε, χωρίς όμως ιδιαίτερη προσήλωση όπως λέει. Για κάποιο διάστημα η ψυχολογία της είχε ζοριστεί. Δεν διευκρινίζει τους λόγους. «Ξυπνούσα και ένιωθα ότι δεν είχα κάποιο σκοπό στη ζωή μου. Αισθανόμουν πολύ μόνη. Δεν είχα αυτοπεποίθηση, δεν πίστευα ότι θα καταφέρω κάτι. Είχα όμως το τρέξιμο. Ολοι έχουμε και κάτι καλό ακόμη και στη χειρότερη στιγμή της ζωής μας, αρκεί να το δούμε. Ο καθένας έχει χαρίσματα, μπορεί σε κάποιους αυτά να είναι μεγάλα και φανερά, σε άλλους πιο κρυφά και ήπια. Απλώς πρέπει να τα βρούμε και να τα κυνηγήσουμε», επισημαίνει.

«Αρχισα να τρέχω σιγά και ένας φίλος στην Ισπανία μου πρότεινε να πάρω μέρος σε έναν αγώνα πεζοπορίας. Αγόρασα σακίδιο, φακό, δεν ήξερα πού έχω μπλέξει. Πέρασα καταπληκτικά. Χάθηκα, γέλασα, ήταν μια μεγάλη περιπέτεια, 83 χιλιομέτρων. Κατάλαβα ότι αυτό μου ταιριάζει», λέει η κ. Παναγιώτου. Φωτ. ΝΙΚΟΣ ΚΟΚΚΑΛΙΑΣ

Η χαρά δεν βρίσκεται σε έναν αγώνα, βρίσκεται μέσα μας

Μετά τις καλές εμφανίσεις της το 2004 στους Μαραθωνίους της Βαρκελώνης και της Αθήνας, η Αλεξάνδρα Παναγιώτου αποφάσισε να ασχοληθεί με το τρέξιμο πιο σοβαρά. Ξεκίνησε εντατικές προπονήσεις – όπως αποδείχτηκε όμως χωρίς καλή καθοδήγηση. «Ελεγα ότι πονάω και μου απαντούσε “οι γυναίκες δεν είστε σκληρές, αν θες να πετύχεις θα συνεχίσεις”», θυμάται να της λέει ένας προπονητής της στην Ισπανία τότε. Το αποτέλεσμα ήταν κατάγματα κόπωσης και στα δύο πόδια και ένας βαρύς τραυματισμός στον αχίλλειο τένοντα. Επανήλθε έπειτα από κάποιους μήνες, τραυματίστηκε όμως ξανά. Μετά αποφάσισε να ακολουθήσει διαφορετικό μονοπάτι.

Εστίασε στις υπεραποστάσεις. Και είδε ότι της ταιριάζουν. Ακολούθησαν αρκετά χρόνια δοκιμασιών, κάποιες από αυτές έμοιαζαν με μικρές περιπέτειες τις οποίες πραγματοποιούσε για φιλανθρωπικούς σκοπούς. Αυτά τα εγχειρήματα, μεταξύ άλλων, περιελάμβαναν το 2009 το τρέξιμο 2.010 χιλιομέτρων μέσα σε 31 ημέρες προκειμένου να προωθήσει την υποψηφιότητα της Βαρκελώνης για τη φιλοξενία του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος Στίβου. Οταν ολοκλήρωσε αυτή την προσπάθεια, δέχτηκε την πρώτη της πρόταση από τράπεζα για να δώσει μια εμψυχωτική ομιλία για το προσωπικό της. Ακολούθησαν και άλλες παρόμοιες προτάσεις και η κ. Παναγιώτου έκτοτε ασχολείται με αυτό και επαγγελματικά.

Η διάγνωση του καρκίνου το 2017 ήταν ένα απρόσμενο νέο. «Δεν το περίμενα με την υγιεινή ζωή που έκανα», λέει, εξηγώντας πώς είχε κόψει το κάπνισμα, το αλκοόλ, το γρήγορο φαγητό και πώς κάθε χρόνο σταδιακά έκανε μικρές αλλαγές στη διατροφή της. Το τρέξιμο τη βοήθησε να θωρακίσει την ψυχολογία της, ήταν μια σημαντική διέξοδος. «Η χαρά δεν βρίσκεται σε έναν αγώνα, δεν βρίσκεται στα χιλιόμετρα, σε ένα μπουκάλι ή σε κάποιον άλλο άνθρωπο», τονίζει, «βρίσκεται μέσα σου. Δεν αποφασίζουμε πάντα τι θα συμβεί στη ζωή μας, αλλά μπορούμε να αποφασίσουμε με ποια στάση θα το αντιμετωπίσουμε». Το 2018, ένα χρόνο μετά τη διάγνωσή της, επέστρεψε στον Μαραθώνιο. Ετρεξε στην Αθήνα και τερμάτισε σε 3 ώρες και 40 λεπτά. Ο αγώνας και όλη η διαδρομή μέχρι να στηθεί στην αφετηρία του λειτούργησε έως ένα βαθμό θεραπευτικά.

«Για πολύ κόσμο το τρέξιμο είναι σωτηρία, για κάποιους όμως είναι και εθισμός», σημειώνει. Η ίδια και τώρα, μέσα στους περιορισμούς που τέθηκαν εξαιτίας της πανδημίας και παρά τις ακυρώσεις αγώνων δρόμου, προσεγγίζει το τρέξιμο όσο πιο χαλαρά μπορεί. «Βάζω μουσική στα ακουστικά μου, τρέχω και ταξιδεύω μόνη μου», λέει.

Ο αγωνιστικός αθλητισμός
Ισως υπό την καθοδήγηση κάποιου μεθοδικού προπονητή στίβου και τις σωστές συμβουλές, η κ. Παναγιώτου να είχε μια καλή εξέλιξη στο αγώνισμα του Μαραθωνίου. Μοιάζει να έχει φυσικό ταλέντο. Οταν τη ρωτάω εάν μετανιώνει για όσα δεν κυνήγησε ή δεν έκανε σε αυτό το κομμάτι, εκείνη διευκρινίζει ότι δεν της έχει μείνει κάποιο απωθημένο. Μετά τον δεύτερο συνεχόμενο τραυματισμό της αποφάσισε να σταματήσει το κυνήγι της επίδοσης. «Αρχισα να τρέχω σιγά και ένας φίλος στην Ισπανία μου πρότεινε να πάρω μέρος σε έναν αγώνα πεζοπορίας. Αγόρασα σακίδιο, φακό, δεν ήξερα πού έχω μπλέξει. Είπα θα το περπατήσω και θα τρέξω όσο μπορώ. Πέρασα καταπληκτικά. Χάθηκα, γέλασα, ήταν μια μεγάλη περιπέτεια, 83 χιλιομέτρων. Κατάλαβα ότι αυτό μου ταιριάζει. Θα μάθω να λειτουργώ διαφορετικά, θα τρέχω με το σώμα μου», λέει.

Η συνάντηση
Μια πρώτη επιλογή για συνάντηση ήταν ο Εθνικός Κήπος της Αθήνας, στις χωμάτινες διαδρομές του οποίου δίνουν σταθερά ραντεβού αρκετοί δρομείς. Τελικά η πιθανότητα να χαλάσει ο καιρός, αλλά και η φούρια της μετακόμισης που μόλις ολοκλήρωνε η κ. Παναγιώτου, μας άλλαξαν τα σχέδια. Η κουβέντα μας έγινε και πάλι σε εξωτερικό χώρο, στην αυλή του σπιτιού της, με δυο καρέκλες αντικριστά –αλλά με αρκετή απόσταση ασφαλείας μεταξύ μας, λόγω πανδημίας– και δύο κούπες καφέ στα χέρια.

Πηγή άρθρου και εικόνας: από Δελτίο Τύπου / Newsletter

<BACK

ΠΕΡΗΦΑΝΟΙ ΓΙΑ ΤΑ ΜΕΛΗ & ΤΙΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΕΣ ΜΑΣ