Οι επιχειρήσεις, η βιομηχανία και οι κυβερνήσεις βρίσκονται κάτω από τεράστιες οικονομικές και περιβαλλοντικές πιέσεις τατελευταία χρόνια. Το συνεχώς αυξανόμενο κόστος της ενέργειας, αλλά και οι πιέσεις για την προστασία του περιβάλλοντος και τη διαφύλαξη των φυσικών πόρων, έχουν οδηγήσει στην αναζήτηση τρόπων για αποδοτικότερη διαχείριση της ενέργειας.
Για να είναι μία επιχείρηση οικονομικά ανταγωνιστική στην παγκόσμια αγορά πρέπει να λάβει υπόψη της την εξοικονόμηση ενέργειας ως βασικό παράγοντα στις περισσότερες από τις αποφάσεις λειτουργικού κόστους και μελλοντικών επενδύσεων.
Από την άλλη οι κυβερνήσεις χρειάζεται να επιλύσουν σημαντικά εθνικά θέματα, όπως την ανάγκη μείωσης κόστους της εισαγόμενης ενέργειας, καθώς και την ελαχιστοποίηση πιθανότητας ενδεχόμενης περιορισμένης διακοπής του ενεργειακού εφοδιασμού. Επιπλέον, η ορθολογιστική χρήση ενέργειας και οι δράσεις βελτίωσης της ενεργειακής κατανάλωσης σε δημόσια κτίρια (π.χ. νοσοκομεία, σχολεία, κλπ) αποτελούν πλέον σημαντική προτεραιότητα.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες τα πρότυπα ενεργειακής διαχείρισης παρέχουν το πλαίσιο συστηματοποίησης των προσπαθειών των επιχειρήσεων και των κυβερνήσεων για την εξοικονόμηση ενέργειας, καθιερώνοντας ένα Σύστημα Διαχείρισης Ενέργειας (ΣΔΕ). Ένα τέτοιο πρότυπο είναι το ΕΝ 16001:2009 «Συστήματα Διαχείρισης Ενέργειας – Απαιτήσεις και οδηγός χρήσης».
Το πρότυπο αυτό στοχεύει στη συστηματική διαχείριση των χρησιμοποιούμενων ενεργειακών πόρων μιας επιχείρησης/οργανισμού μέσω της εγκατάστασης και λειτουργίας ενός συστήματος διεργασιών και διαδικασιών, οι οποίες θα ελέγχουν τις βασικές ενεργειακές πλευρές του οργανισμού. Ένα ΣΔΕ που εγκαθιδρύεται και εφαρμόζεται σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παραπάνω προτύπου, εντοπίζει τις ευκαιρίες ενεργειακής βελτίωσης και καθιερώνει συγκεκριμένους αντικειμενικούς σκοπούς και στόχους εξοικονόμησης ενέργειας, τους οποίους επιτυγχάνει μέσω προγραμμάτων συστηματικής διαχείρισης της ενέργειας, νέων αποδοτικών τεχνολογιών, υλικών και διεργασιών παραγωγής, τα οποία, πέρα από το οικονομικό όφελος, βοηθούν τις επιχειρήσειςνα βελτιώσουν την παραγωγικότητά τους και να αυξήσουν την ποιότητα των προϊόντων ή των υπηρεσιών τους. Εκτός από τη βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας, ένα ΣΔΕ μπορεί να οδηγήσει σε βελτίωση των κριτηρίων συντήρησης εξοπλισμού και επιλογής προμηθευτών, αλλά ακόμα και στη βελτίωση της διακύμανσης της ποιότητας στις διεργασίες παραγωγής. Επιπλέον μπορεί να περικόψει κόστη και να μειώσει εκπομπές αερίων θερμοκηπίουπαρέχοντας ένα σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα για την επιχείρηση.
Δεν είναι επίσης τυχαίο ότι στο άρθρο 8 «Ενεργειακή απόδοση κατά την τελική χρήση στο Δημόσιο και ευρύτερο Δημόσιο Τομέα» του νόμου 3855/10, αναφέρεται ότι «οι αρχές, απαιτήσεις και κατευθυντήριες οδηγίες του συστήματος ενεργειακής διαχείρισης καθορίζονται βάσει του αντίστοιχου Διεθνούς ή Ευρωπαϊκού Προτύπου (ΕΝ 16001) όπως αυτά κάθε φορά επικαιροποιούνται».
Επιπρόσθετα, η ομοιότητα της δομής τουμε αντίστοιχα πρότυπα, όπως το ΕΝ ISO 14001, διευκολύνει την ενσωμάτωσή του σε ήδη εφαρμοζόμενα από την επιχείρηση συστήματα.
Η TÜV AUSTRIA HELLAS είναι ο πρώτος Οργανισμός Πιστοποίησης στην Ελλάδα που ανέπτυξε σχετική τεχνογνωσία και έχει ήδη επιθεωρήσει και χορηγήσει το πρώτο πιστοποιητικό συμμόρφωσης βάσει του προτύπου EN 16001 στην εταιρεία ΧΑΛΥΨ (ITALCEMENTI GROUP). Τα ΤΣΙΜΕΝΤΑ ΧΑΛΥΨ ήταν η πρώτη εταιρεία του Group που πιστοποιήθηκε βάσει του προτύπου ΕΝ 16001, αποτελώντας τον «πιλότο» σε ενδεχόμενες νέες πιστοποιήσεις των υπολοίπωνεταιρειών του ομίλου.