Η Ελλάδα είναι χώρα ορεινή, αφού το 65% της έκτασής της ανήκει στη λοφώδη, ορεινή και αλπική ζώνη. Σε όποια κατεύθυνση και αν ρίξει κάποιος το μάτι του αυτό θα σταματήσει σε κάποια ψηλή κορυφή.
Αυτά τα ψηλά βουνά πολλές φορές είναι γυμνά στο μεγαλύτερό τους μέρος και για το λόγο αυτό υποτιμώνται τόσο από τους Έλληνες όσο και τους ξένους επισκέπτες. Ανεξάρτητα από το βαθμό κάλυψής τους με δάση, τα ελληνικά βουνά αποτελούν τοπία σπάνιας ομορφιάς αλλά και εξαιρετικά καταφύγια τόσο της χλωρίδας όσο και της πανίδας. Για να το ανακαλύψει όμως κάποιος αυτό, θα πρέπει να μπει στον κόπο να απομακρυνθεί λίγο από τα τουριστικά αναπτυγμένα παράλια προς το εσωτερικό και ενδεχομένως να υποβληθεί και σε κάποια σωματική κούραση.
Τα τελευταία χρόνια ο όρος ανάπτυξη κυριαρχεί παγκοσμίως. Το ίδιο συμβαίνει και στη χώρα μας η οποία πασχίζει να πετύχει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης σε όλους τους τομείς της οικονομίας με ιδιαίτερη βαρύτητα στον τριτογενή τομέα.
Σ' αυτή τη διαδικασία προτεραιότητα έχουν οι παραθαλάσσιες περιοχές τόσο της ηπειρωτικής όσο και της νησιωτικής χώρας. Παρόλα αυτά στις μέρες μας βλέπουμε και διάφορες ορεινές περιοχές να προσπαθούν ν' αναπτυχθούν κυρίως οικοτουριστικά. Κάτι τέτοιο είναι άκρως επιθυμητό αφού είναι σε όλους μας γνωστό ότι η ύπαιθρος ερημώνει και πολύ περισσότερο οι δυσπρόσιτες ορεινές περιοχές. Τα ερωτήματα όμως που μπαίνουν είναι αν η επιχειρούμενη αυτή ανάπτυξη γίνεται προς τη σωστή κατεύθυνση, εάν η πολιτική η οποία ακολουθείται είναι η σωστή, εάν τα μέσα τα οποία χρησιμοποιούνται είναι τα κατάλληλα, εάν αξιοποιούνται όλες οι δυνατότητες των περιοχών αυτών και τέλος εάν λαμβάνεται μέριμνα για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και την αντοχή των όποιων επιλογών μακροπρόθεσμα.
Τα παραπάνω επισημαίνονται για το λόγο ότι η μέχρι σήμερα ακολουθούμενη πολιτική (πλην μεμονωμένων εξαιρέσεων) δεν είναι προς τη σωστή κατεύθυνση αφού δεν προωθεί τον ολοκληρωμένο σχεδιασμό και την αειφόρο ανάπτυξη των περιοχών αυτών. Απεναντίας υπερτονίζει δυσανάλογα και επιλεκτικά μεμονωμένους τομείς του ορεινού χώρου όπως είναι το χιόνι και τα χιονοδρομικά, παραμερίζοντας διαχρονικές αξίες όπως είναι το ανεπανάληπτο φυσικό περιβάλλον και η πολιτιστική κληρονομιά αλλά και σημαντικές, οικονομικές δραστηριότητες του ορεινού χώρου (παραγωγή προϊόντων υψηλής ποιότητας, οικοτεχνίας κ.λπ.).
Σε πολλές περιπτώσεις ο ιδιωτικός τομέας αναλαμβάνει πρωτοβουλίες διοργάνωσης εξορμήσεων, ομάδων του αστικού πληθυσμού σε ορεινές και δύσβατες περιοχές της χώρας χωρίς όμως οργάνωση και υποδομές. Το αποτέλεσμα αυτών των πρωτοβουλιών είναι, πολλές από αυτές τις εξορμήσεις να έχουν δυσάρεστη εξέλιξη ή να καταλήγουν ακόμα και σε τραγωδία. Θυμόμαστε όλοι πολύ καλά το πρόσφατο ατύχημα στον ποταμό Λούσιο της Αρκαδίας. Το δυστύχημα αυτό δεν θα συνέβαινε εάν υπήρχαν οι απαραίτητες υποδομές και η απαιτούμενη οργάνωση.
Το ερώτημα όμως που τίθεται είναι μπορεί ο ιδιωτικός τομέας να αναλάβει και να υλοποιήσει κάτι τέτοιο; Η απάντηση είναι ότι εφόσον η παραπάνω επένδυση και οι όροι με τους οποίους αυτή θα πραγματοποιηθεί αναμένεται να αποδώσει κέρδη, ναι. Σε αντίθετη όμως περίπτωση όχι.
Προκύπτει επομένως ότι, αν επιθυμούμε ανάπτυξη στον ορεινό χώρο θα πρέπει να υπάρξει συνεργασία του Δημοσίου και του Ιδιωτικού Τομέα. Ο Δημόσιος Τομέας θα αναλάβει την υλοποίηση των υποδομών κατά τρόπο ανταποδοτικό ή όχι, ενώ ο ιδιωτικός τομέας θα εμπλακεί στον Τομέα της επιχειρηματικότητας.
Σήμερα μετά από μια μακρά πορεία ο άνθρωπος βρίσκεται σ' ένα κρίσιμο σταυροδρόμι ανάλογο με αυτό της μυθολογίας απ' όπου ξεκινούσαν τα μονοπάτια της αρετής και της κακίας.
Το ένα απ' αυτά μας υπόσχεται μια εφήμερη υπερεπάρκεια αγαθών χωρίς ηθικούς φραγμούς και δεσμεύσεις ενώ το άλλο, μια με μέτρο κάλυψη των αναγκών σε αγαθά και υπηρεσίες αλλά σε διαρκή ή σε διηνεκή «επί το επιστημονικότερον» βάση, με αντίστοιχες όμως πάντα δεσμεύσεις και υποχρεώσεις.
Ο πρώτος δρόμος έχει να κάνει με τη ληστρική, αποικιοκρατικού χαρακτήρα εκμετάλλευση των φυσικών πόρων ανανεώσιμων και μη.
Ο δεύτερος δρόμος υπόκειται σε αυστηρούς κανόνες και περιορισμούς, αλλά κυρίως ηθικές δεσμεύσεις, σέβεται τους φυσικούς πόρους και φροντίζει πάντα και για το μέλλον.
Τα τελευταία χρόνια, ο όρος αειφορία απέκτησε ιδιαίτερο ενδιαφέρον αφού επαναπροσδιορίζει τις σχέσεις του ανθρώπου με τη φύση. Η γενική σημασία του όρου εμπεριέχει εκτός από την εκμετάλλευση και την έννοια της διατήρησης και ανανέωσης ενός πόρου, μιας διαδικασίας ή μιας περιβαλλοντικής ιδιότητας σε διαρκή βάση.
Σε ότι αφορά τώρα τον όρο αειφόρος ανάπτυξη ένας από τους πιο δημοφιλείς ορισμούς είναι αυτός της παγκόσμιας επιτροπής για το περιβάλλον και την ανάπτυξη η οποία λέει ότι: «Αειφόρος ή αειφορική είναι η ανάπτυξη εκείνη, η οποία καλύπτει τις ανάγκες του παρόντος, χωρίς να διακυβεύει τη δυνατότητα των μελλοντικών γενιών, να καλύψουν τις ανάγκες τους».
Ο ορισμός αυτός δέχεται ότι η αειφόρος ανάπτυξη, εμπλέκει κάποια αντίληψη σεβασμού των συμφερόντων των απογόνων μας.
Έτσι μια από τις αρχές της αειφορικής διαχείρισης πόρων είναι «αυτή της δικαιοσύνης μεταξύ των γενεών», δηλαδή «η κάλυψη των αναγκών του σήμερα με ταυτόχρονη διατήρηση πόρων και δυνατοτήτων για το αύριο» (Huntley et al, 1991). Κάτι τέτοιο βέβαια είναι τότε μόνο δυνατό όταν οι βασικοί συντελεστές παραγωγής παραμείνουν αναλλοίωτοι.
Από οικολογική άποψη «αειφορία» σημαίνει διατήρηση της υφιστάμενης κατάστασης και λειτουργίας των οικοσυστημάτων. Για τους οικονομολόγους σημαίνει διατήρηση και βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης του ανθρώπου (Toman, 1992).
Αρχικά ο όρος «αειφορία» αναφέρονταν σε συστήματα συγκομιδής συγκεκριμένων ανανεώσιμων φυσικών πόρων οι οποίοι θα μπορούσαν να διατηρηθούν σε διαρκή βάση. Οι οικολόγοι διεύρυναν τον ορισμό με σκοπό να εκφράσουν ανησυχίες για τη διατήρηση της υφιστάμενης κατάστασης και λειτουργίας του γήινου οικοσυστήματος.
Οι οικονομολόγοι έχουν δώσει συνήθως έμφαση στη διατήρηση και βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης του ανθρώπου, όπου οι φυσικοί πόροι και το περιβάλλον μπορεί να είναι σημαντικά, αλλά αυτά αντιπροσωπεύουν μέρος μόνο της όλης ιστορίας.
Αλλοι οικονομολόγοι πάλι διατυπώνουν την άποψη ότι το ανθρώπινο είδος έχει καταφέρει να αποφύγει τη σπανιότητα μέσω υποκατάστατων πόρων και τεχνικών εφευρέσεων. Οσον αφορά δε τις αντισταθμιστικές επενδύσεις, κατά τους οικολόγους αυτές είναι συχνά ανέφικτες και ηθικά ανεπίτρεπτες (Gosz, 1992).
Η αειφόρος ανάπτυξη θα μπορούσε να παρομοιασθεί με μια τρίποδη καρέκλα. Το ένα της πόδι αντιστοιχεί στην επιστημονική γνώση, το δεύτερο στην αποδοχή κάποιων αρχών ηθικής (περιβαλλοντικής ηθικής) και το τρίτο στην πρόβλεψη μελλοντικών ωφελειών, που δεν είναι ακόμα γνωστές.
Σε ότι αφορά τη χώρα μας αυτή έχει να επιδείξει σε σχέση με άλλες χώρες δύο σημαντικά στοιχεία τα οποία εάν αντιμετωπισθούν σωστά είναι σε θέση να εξασφαλίσουν την ευημερία στις μελλοντικές γενιές. Το πρώτο είναι τα μνημεία του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού και το δεύτερο είναι το ανεκτίμητης αξίας φυσικό περιβάλλον με σημαντικότερο συστατικό το πολυποίκιλο Ελληνικό δάσος.
Το Ελληνικό δάσος χαρακτηρίζεται κατά κανόνα από μια πολυλειτουργικότητα που συνδυάζει παραγωγή οικονομικών και προσφορά κοινωφελών αγαθών. Οι διάφορες κοινωφελείς επιδράσεις του δάσους αποκτούν με το χρόνο προβάδισμα έναντι του οικονομικού του ρόλου. Η οικολογική λειτουργία συντελεί στην προστασία του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο ζούμε και δραστηριοποιούμαστε.
Η προστατευτική λειτουργία συνδυάζει την προστασία των δασικών εδαφών αλλά και όλων των έργων πολιτισμού.
Η αισθητική και αναψυχική επίδραση είναι ανεκτίμητης αξίας για το σύγχρονο άνθρωπο, αφού σε στιγμές πνευματικής κόπωσης το δάσος αποτελεί το πολύτιμο ησυχαστήριό του.
Η συμβολή του ελληνικού δάσους στην παραγωγή άριστης ποιότητας νερού, κάτι που θ' απασχολήσει ολόκληρη την υφήλιο μελλοντικά, είναι καθοριστική.
Η βιοποικιλότητα των ελληνικών δασών πιθανόν να αποτελεί τη σημαντικότερη κληρονομιά για τις γενιές που έρχονται αφού την αξία της κανείς δεν μπορεί ν' αποτιμήσει (ακόμα και) σήμερα.
Από τα παραπάνω γίνεται κατανοητό ότι όλα τα προγράμματα ανάπτυξης τόσο σε τοπικό όσο και σε εθνικό επίπεδο θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τα δάση της περιοχής τα οποία θα πρέπει να διαχειρίζονται κατάλληλα έτσι ώστε να συμβάλλουν στην αειφόρο ανάπτυξη των περιοχών αυτών.
Σε περίπτωση που η έκτασή τους, η σύνθεση και η δομή τους βρίσκονται σε ικανοποιητικά επίπεδα, αυτά θα πρέπει να διαχειρίζονται αειφορικά έτσι ώστε να παραδοθούν ανέπαφα στις μελλοντικές γενιές.
Σε περίπτωση που τα δασικά οικοσυστήματα μιας περιοχής είναι υποβαθμισμένα, κάθε σχέδιο ανάπτυξης θα πρέπει να περιλαμβάνει και την αναβάθμιση του περιβάλλοντα χώρου εάν θέλουμε η ανάπτυξη αυτή να είναι αειφόρος.
Η χώρα μας είναι ορεινή και σαν τέτοια παρουσιάζει πολλές ιδιαιτερότητες. Οι γεωργικές εκτάσεις έχουν ανάγκη από προστασία τόσο αντιπλημμυρική όσο και οικολογική και γι' αυτό δεν θα ήταν υπερβολή εάν προτείναμε πολλές οριακές εκτάσεις να αποδοθούν στη δασοπονία.
Τα μεγάλα έργα υποδομής, εθνικοί δρόμοι, σιδηρόδρομος, υδροηλεκτρικά έργα, θα πρέπει να προστατευθούν από τα ακραία καιρικά φαινόμενα. Με τις κατάλληλες αναδασωτικές παρεμβάσεις τα έργα αυτά μπορούν να εξασφαλισθούν και επί πλέον οι διαταραγμένες επιφάνειες να αποκατασταθούν αισθητικά.
Όλα τα παραπάνω επισημαίνονται για το λόγο ότι με την κατασκευή των μεγάλων έργων θα πρέπει απαραίτητα να λαμβάνονται τα ενδεδειγμένα μέτρα. Ειδάλλως κινδυνεύουμε να κατηγορηθούμε για πρόκληση πρωτόγνωρων ζημιών στο περιβάλλον που ανάλογες δεν έχουν καταγραφεί από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα.
Επειδή όμως κανείς φαντάζομαι δεν θέλει να χρεωθεί κάτι τέτοιο, επιβάλλεται η υιοθέτηση των αρχών της αειφόρου ανάπτυξης, στην επίτευξη της οποίας η δασοπονία μπορεί να συμβάλλει τα μέγιστα αφού επί αιώνες εφαρμόζει την αειφορία στην πράξη.
Στην προσπάθεια όμως αυτή η Ελληνική δασοπονία χρειάζεται τη στοιχειώδη συμπαράσταση της Ελληνικής Πολιτείας, η οποία έχει να ωφεληθεί τα μέγιστα από το άριστα καταρτισμένο δασολογικό δυναμικό. Οι Έλληνες δασολόγοι είναι σε θέση ν' αντιμετωπίσουν και να φέρουν κατά τον καλύτερο τρόπο σε πέρας προβλήματα τα οποία ξεκινούν από τον αστικό χώρο και φθάνουν μέχρι τον ορεινό χώρο, διακατεχόμενα πάντα από τις βασικές αρχές της αειφόρου ανάπτυξης.
Θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι η δασοπονία είναι ένας επιστημονικός κλάδος με κοινωνικό πρόσωπο. Σαν τέτοιος θα πρέπει να αξιοποιηθεί τόσο από τους ενεργούς πολίτες όσο και από τους πολιτικούς και τους παράγοντες της τοπικής αυτοδιοίκησης. Για να γίνει όμως κάτι τέτοιο πράξη, χρειάζεται να δρομολογηθεί μια συνεργασία καρπό της οποίας θ' αποτελέσει η αειφόρος ανάπτυξη.
Αντιπυρική Προστασία Δασών
Τα δάση αποτελούν πολύτιμα οικοσυστήματα τα οποία υποστηρίζουν τη ζωή στον πλανήτη. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να προστατευθούν κατά τον καλύτερο τρόπο, από κάθε μορφής κίνδυνο και ιδιαίτερα τις δασικές πυρκαγιές. Γίνεται ιδιαίτερη μνεία σ' αυτό γιατί κατά τα τελευταία χρόνια με αποκορύφωμα τον φετινό καλοκαίρι (2007) είδαμε να καταστρέφονται πολύτιμα δάση της χώρας μας.
Όλα αυτά συμβαίνουν για το λόγο ότι στη χώρα μας δεν υπάρχει η παραμικρή οργάνωση στο θέμα της πρόληψης των δασικών πυρκαγιών.
Είναι παγκοσμίως γνωστό ότι οι δασικές πυρκαγιές θα πρέπει να προλαβαίνονται και αντιμετωπίζονται στη γένεσή τους με κρίσιμο χρόνο επέμβασης τα 10 έως 15 λεπτά της ώρας. Από τη στιγμή που μια πυρκαγιά αποκτήσει μεγάλες διαστάσεις μόνο έμμεσα αντιμετωπίζεται με τη δημιουργία «ψιλών» αντιπυρικών ζωνών ή «αντιπύρ».
Τα εναέρια μέσα βοηθούν στην κατάσβεση των δασικών πυρκαγιών αλλά αφενός δεν είναι σε θέση να την ολοκληρώσουν από μόνα τους και αφετέρου η δράση τους υπόκειται σε πολλούς περιορισμούς (καιρικές συνθήκες, αδυναμία δράσης τους κατά τη νύχτα).
Επιβάλλεται λοιπόν η οργάνωση ενός συστήματος δασοπυρόσβεσης με ιδιαίτερη βαρύτητα στην πρόληψη. Αυτό θα βασίζεται:
- Στη διαρκή επιτήρηση του χώρου από δίκτυο παρατηρητηρίων (πυροφυλακίων) σε 24ωρη βάση, κατά την επικίνδυνη ξηρόθερμη περίοδο η οποία για τις περιοχές της χώρας μας ξεκινά το Μάϊο και τελειώνει τον Οκτώβριο μετά την πτώση των φθινοπωρινών βροχών. Η επιτήρηση αυτή μπορεί να υποστηρίζεται και από μέσα σύγχρονης τεχνολογίας, σε καμία περίπτωση όμως αυτά δεν θα υποκαταστήσουν την ανθρώπινη παρουσία. Είμαστε υποχρεωμένοι στο μεγάλο αυτό ζήτημα να διατηρούμε διπλές και τριπλές «κλείδες» ασφαλείας.
- Στην ανάπτυξη ενός εξελιγμένου και αξιόπιστου συστήματος επικοινωνιών, έτσι ώστε να υπάρχει άμεση αναγγελία και εντοπισμός κάθε εκδηλούμενης πυρκαγιάς. Και στο ζήτημα αυτό θα πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον δύο ή και περισσότερα εναλλακτικά συστήματα για λόγους ασφαλείας. Για παράδειγμα μπορούν να λειτουργούν ταυτόχρονα, σύστημα ασύρματης επικοινωνίας, σύστημα ενσύρματης τηλεφωνίας και σύστημα κινητής τηλεφωνίας, έτσι ώστε ο χρόνος αναγγελίας της πυρκαγιάς να είναι κατά το δυνατόν μικρότερος.
- Στην άμεση επέμβαση ειδικά για το σκοπό αυτό εκπαιδευμένης ομάδας δασοπυροσβεστών.
Μετά τον εντοπισμό και αναγγελία της πυρκαγιάς θα καταφθάνει στο χώρο της, ειδικά εκπαιδευμένη για το σκοπό αυτό ομάδα με ειδικό ευέλικτο όχημα το οποίο θα φέρει βυτίο νερού 500 ? 1000 λίτρων και τον απαραίτητο εξοπλισμό. Η ομάδα αυτή θα επιχειρεί την κατάσβεση και παράλληλα θα εκτιμά εάν είναι σε θέση να αντιμετωπίσει την πυρκαγιά. Σε αντίθετη περίπτωση καλεί ενισχύσεις και ταυτόχρονα συνεχίζει το έργο της κατάσβεσης.
Πλην των παραπάνω η διαμορφωθείσα πρόσφατα κατάσταση επιβάλλει τη λήψη αυξημένων μέτρων σε όλα τα επίπεδα:
- Σε επίπεδο κρατικών υπηρεσιών.
- Σε επίπεδο Νομαρχιακής αυτοδιοίκησης.
- Σε επίπεδο Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
- Σε επίπεδο Οικισμών και
- Σε ατομικό επίπεδο.
Αποφασιστικό ρόλο στην έναρξη και διάδοση των πυρκαγιών διαδραματίζουν:
- Η καύσιμη ύλη.
- Οι μετεωρολογικές συνθήκες.
- Η τοπογραφία της περιοχής.
Από τους τρεις αυτούς παράγοντες ο μόνος που επιδέχεται τροποποίηση είναι αυτός της καύσιμης ύλης. Για το λόγο αυτό τα δάση θα πρέπει να υφίστανται τους κατάλληλους χειρισμούς για τη μείωση του κινδύνου των πυρκαγιών.
Με διάφορους δασοκομικούς χειρισμούς υπάρχει η δυνατότητα:
- Της μερικής ή ολικής απομάκρυνσης της καύσιμης ύλης.
- Της τροποποίησης της καύσιμης ύλης (θρυμματισμός) και
- Της απομόνωσης της καύσιμης ύλης.
Σε επίπεδο καταστολής κρίνεται απαραίτητη η οργάνωση του ανθρώπινου δυναμικού και η πρόβλεψη των απαραίτητων υποδομών και μέσων. Τέτοια είναι:
- Επαρκής αριθμός καλά εκπαιδευμένου υλωρικού προσωπικού.
- Επάρκεια εξοπλισμού και μέσων από τα πιο μικρά έως τα πιο μεγάλα (εναέρια).
- Σχεδιασμός και οργάνωση ενός εξελιγμένου συστήματος επικοινωνιών.
- Σχεδιασμός και οργάνωση του συστήματος υδροληψίας των πυροσβεστικών οχημάτων και των εναέριων μέσων.
Με βάση τα όσα αναφέρθηκαν για κάθε δάσος θα πρέπει να εκπονείται σχέδιο αντιπυρικής προστασίας το οποίο θα δοκιμάζεται και επικαιροποιείται σε ετήσια βάση. Αυτό θα βασίζεται κυρίως στην πρόληψη με τα εξής μέσα:
- Ενημέρωση.
- Διαρκής επαγρύπνηση.
- Δίκτυο υδατοδεξαμενών και πυροσβεστικών κρουνών.
- Χειρισμό βλάστησης και ξηρού υλικού.
- Ζώνες αντιπυρικής προστασίας κατάλληλα σχεδιασμένες.
- Συντήρηση οδικού δικτύου.
- Οργάνωση των διαθέσιμων μέσων.
Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να πολεμήσουμε τη μάστιγα των δασικών πυρκαγιών και θα προστατέψουμε τα δάση της χώρας μας και το φυσικό περιβάλλον γενικότερα.
Αποκατάσταση Καμμένων Δασών
Τα δασικά οικοσυστήματα της χώρας μας είναι ανεκτίμητης αξίας για το λόγο ότι τα περισσότερα εξ αυτών ανήκουν στην κατηγορία των αρχέγονων δασών τα οποία σπανίζουν σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο. Ως εκ τούτου το ενδιαφέρον γι' αυτά ξεφεύγει από τα όρια της χώρας μας και η προστασία τους από κάθε μορφής κίνδυνο είναι επιτακτική ανάγκη.
Μετά από μια καταστροφική πυρκαγιά βρισκόμαστε δυστυχώς, προ ενός δυσάρεστου τετελεσμένου γεγονότος. Το δάσος έχει καταστραφεί. Οι συνέπειες όμως της δασικής πυρκαγιάς δεν έχουν τελειώσει. Το έδαφος είναι το μεγαλύτερο κεφάλαιο για κάθε μορφή εδαφοπονίας και ως εκ τούτου και για τη δασοπονία. Μετά την πυρκαγιά οι προσπάθειές μας επικεντρώνονται στην προστασία των εδαφών. Θα πρέπει οι καμμένες επιφάνειες να προστατευθούν κατ' αρχήν από τη διάβρωση και στη συνέχεια να καλυφθούν το συντομότερο με δασική βλάστηση.
Για το λόγο αυτό μετά από την πυρκαγιά θα πρέπει να διενεργείται υλοτομία των καμμένων δένδρων και θάμνων για την ταχύτερη αποσύνθεση της βιομάζας και τη βελτίωση της αισθητικής των καμμένων περιοχών.
Ακολουθεί χαρτογράφηση των περιοχών ως εξής:
- Από πλευράς αναγλύφου και πλημμυρικής επικινδυνότητας έτσι ώστε να σχεδιασθούν και ιεραρχηθούν τα απαραίτητα αντιπλημμυρικά έργα.
- Η χαρτογράφηση θα πρέπει να γίνει από ειδικό επιστήμονα κατά προτίμηση της ειδικότητας των Διευθετήσεων Ορεινών Υδάτων.
- Από πλευράς δασοπονικού είδους και δυνατότητας φυσικής αναγέννησής τους έτσι ώστε να εντοπισθούν και ιεραρχηθούν οι προς αναδάσωση εκτάσεις. Η χαρτογράφηση αυτή πρέπει να γίνει από ειδικό επιστήμονα με ειδικότητα Δασοκομία και ειδική εμπειρία στα «πυρόφιλα» ή «πυράντοχα» οικοσυστήματα και την αναγέννησή τους μετά από πυρκαγιά.
- Αυτά είναι απαραίτητα για το λόγο ότι οι παραπάνω δράσεις δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν σε ολόκληρη την έκταση τόσο από χρονική άποψη όσο και από οικονομική και οικολογική.
Στις εκτάσεις που θα αποφασιστεί αναδάσωση θα πρέπει να γίνει ειδική μελέτη αναδάσωσης από ειδικό Δασοκόμο επιστήμονα έτσι ώστε οι επεμβάσεις αυτές να είναι προς τη σωστή κατεύθυνση από οικολογική άποψη (επιλογή κατάλληλων δασοπονικών ειδών και τεχνικών φύτευσής τους).
Τα παραπάνω ισχύουν στον υπερθετικό βαθμό για προστατευόμενες περιοχές ή περιοχές ιδιαίτερου οικολογικού ενδιαφέροντος.
Οπτοκοί Πόροι
Η χώρα μας διαθέτει πληθώρα μοναδικών οπτικών πόρων που ανάλογοι δεν υπάρχουν σε ολόκληρη την Ευρώπη και ίσως και στον κόσμο. Οι πόροι αυτοί στις περισσότερες των περιπτώσεων δεν έχουν καν εντοπισθεί, αξιολογηθεί και προβληθεί.
Το φυσικό και το ανθρωπογενές περιβάλλον των ορεινών περιοχών σε συνδυασμό με τα στοιχεία της πολιτιστικής κληρονομιάς συνθέτουν τοπία σπάνιας αισθητικής.
Κάθε αναπτυξιακή προσπάθεια είτε αυτή γίνεται κατά τρόπο συστηματικό με βάση ολοκληρωμένο σχέδιο διαχείρισης ή κατά έναν αποσπασματικό τρόπο, θα πρέπει να λαμβάνει πολύ σοβαρά υπόψη τους πολύτιμους αυτούς πόρους.
Οι πόροι αυτοί θα πρέπει να τυγχάνουν αντικείμενο σοβαρής αξιολόγησης από ειδικούς, έτσι ώστε να προβάλλονται κατάλληλα και να υποστηρίζονται με τις αντίστοιχες υποδομές και κυρίως με την έγκυρη και επαρκή πληροφόρηση.
Χιονοδρομικά Κέντρα και Χιονοδρομικός Τουρισμός
Τα χιονοδρομικά κέντρα τα οποία βλέπουμε τα τελευταία χρόνια να αυξάνουν στη χώρα μας και να διαφημίζονται καθημερινά τη χειμερινή περίοδο από τα τηλεοπτικά μέσα, μπορούν ν' αποτελούν μέρος των αναπτυξιακών δραστηριοτήτων του ορεινού χώρου, όχι όμως το επίκεντρο αυτών.
Αυτά αποτελούν ακριβές υποδομές υψηλού ρίσκου άμεσα εξαρτώμενες από την πορεία του καιρού. Υπό αυτή την έννοια είναι προτιμότερο μια περιοχή ν' αναπτύσσεται ισόρροπα, λαμβάνοντας υπόψη και προβάλλοντας όλα της τα πλεονεκτήματα. Αυτό θα επιτρέπει στις περιοχές αυτές να είναι επισκέψιμες από όλες τις ηλικίες και κατηγορίες επισκεπτών οι οποίοι θα μπορούν να ικανοποιούν τα ενδιαφέροντά τους καθ' όλη τη διάρκεια του έτους.
Το ζητούμενο στις περιοχές αυτές είναι να έχουμε έναν σταθερό κατά το δυνατόν αριθμό επισκεπτών στα όρια των υπαρχουσών υποδομών αλλά και της φέρουσας ικανότητας των περιοχών.
Παραδοσιακά, Βιολογικά Προϊόντα, Αρωματικά και Φαρμακευτικά Φυτά
Τα παραδοσιακά προϊόντα, της περιοχής θα πρέπει να βρίσκονται στο επίκεντρο της ανάπτυξης των περιοχών αυτών. Αυτά θα πρέπει να έχουν διαρκή προβολή έτσι ώστε να επιφέρουν στους παραγωγούς τα απαραίτητα προς το ζειν.
Τέτοια μπορεί να είναι διάφορα τοπικά προϊόντα διατροφής, τυροκομικά, μέλι, αρωματικά φυτά κ.λπ.
Τα βιολογικά προϊόντα θα πρέπει να προωθηθούν έτσι ώστε να λειτουργήσει κατά τρόπο αξιόπιστο το κύκλωμα παραγωγή-διάθεση. Για να γίνει κάτι τέτοιο θα πρέπει να υπάρξει μια σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ παραγωγών-καταναλωτών. Κάθε παραγόμενο προϊόν θα πρέπει να συνοδεύεται από πιστοποιητικό παραγωγής.
Τα φαρμακευτικά φυτά θα πρέπει να καλλιεργούνται στις διαθέσιμες εκτάσεις κατά τρόπο οργανωμένο και συστηματικό.
Ιστορία-Πολιτιστική Κληρονομιά
Κάθε γωνιά της χώρας μας έχει μακραίωνα ιστορία που ξεκινάει από την αρχαιότητα, περνάει από το Βυζάντιο και φθάνει μέχρι τη σύγχρονη εποχή. Αυτό προκύπτει τόσο από γραπτές πηγές αλλά κυρίως από τα ευρήματα τα οποία υπάρχουν στην περιοχή. Ερείπια παλιών οικισμών, κάστρων, ναών, μονοπάτια πετρόστρωτα, γεφύρια, βρύσες, τάφοι και άλλα ευρήματα μαρτυρούν την ιστορία των περιοχών. Βαθμίδες γεωργικών καλλιεργειών μαρτυρούν τις δραστηριότητες του παρελθόντος.
Κτίσματα και οικισμοί παραδοσιακής αρχιτεκτονικής μας δίνουν πληροφορίες για την ακμή ή την παρακμή αυτών των περιοχών.
Τα στοιχεία αυτά αποτελούν πραγματικούς θησαυρούς για τις περιοχές στις οποίες βρίσκονται. Πολλοί είναι οι άνθρωποι οι οποίοι ενδιαφέρονται να τα δούν, να τα μελετήσουν, να τα φωτογραφίσουν και να μάθουν γι' αυτά. Για το λόγο αυτό τα μνημεία αυτά θα πρέπει να προστατεύονται και συντηρούνται, ενώ παράλληλα θα πρέπει να καταγράφεται και η τοπική ιστορία.
Υποδομές-Πολιτική Τιμών-Υπηρεσίες
Για την ανάπτυξη των ορεινών περιοχών είναι απαραίτητες υποδομές. Όπως ήδη αναφέρθηκε κάποιες από αυτές θα πρέπει να υλοποιηθούν από το Κράτος, κάποιες από τη Νομαρχιακή και την Τοπική αυτοδιοίκηση και κάποιες από ιδιώτες.
Εάν θέλουμε μια περιοχή να αναπτυχθεί, αυτή θα πρέπει να είναι σχετικά εύκολα προσεγγίσιμη, να έχει τις απαραίτητες υποδομές και να ακολουθεί μια σωστή πολιτική τιμών οι οποίες θα αντιστοιχούν στις παρεχόμενες υπηρεσίες.
Στόχος θα πρέπει να είναι κάθε επισκέπτης που πρώτη φορά γνωρίζει την περιοχή, την επόμενη φορά να επανέρχεται με τους φίλους του.
Οι περιοχές αυτές θα πρέπει να δέχονται τους επισκέπτες δέκα τρεις μήνες το χρόνο όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν σε γειτονική, φιλική χώρα. Παράλληλα όμως θα πρέπει να βάλουμε και τα όρια των περιοχών αυτών ιδιαίτερα όταν το ρεύμα των επισκεπτών είναι μεγάλο. Αυτά τα όρια θα πρέπει να προσδιορίζονται σύμφωνα με τη φέρουσα ικανότητα της περιοχής, αν θέλουμε αυτή να διατηρήσει αναλλοίωτα τα οικολογικά της χαρακτηριστικά.
Περιβαλλοντική Εκπαίδευση
Η περιβαλλοντική εκπαίδευση αποτελεί σημαντικό πόλο έλξης επισκεπτών. Κέντρα πληροφόρησης, περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, μονοπάτια μελέτης της φύσης, βοτανικοί κήποι, τόποι παρακολούθησης της άγριας ζωής αποτελούν σημαντικά στοιχεία στον τομέα της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης.
Η περιβαλλοντική εκπαίδευση θα πρέπει να αποτελεί μια από τις σημαντικότερες δραστηριότητες του ορεινού χώρου. Αυτή θα πρέπει να απευθύνεται σε όλες τις κοινωνικές ομάδες, αλλά κυρίως στη νεολαία. Έχουμε ανάγκη να τονίσουμε στις νέες γενιές την αξία της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης αλλά κυρίως τη σημασία της διαρκούς επαφής με το φυσικό περιβάλλον. Μόνο έτσι θα καταφέρουμε να κάνουμε τους νέους μας να αγαπούν και να προστατεύουν το φυσικό περιβάλλον.
Οικοτουρισμός – Εναλλακτικός Τουρισμός
Ο οικοτουρισμός και γενικά ο εναλλακτικός τουρισμός κερδίζει μέρα τη μέρα έδαφος. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να δοθεί η ανάλογη βαρύτητα αν θέλουμε αυτός να αναπτυχθεί σε γερές βάσεις και να επιφέρει το ανάλογο αποτέλεσμα.
Για την ανάπτυξή του θα πρέπει να αξιοποιηθούν όλα τα άξια λόγου στοιχεία αφού πρώτα γνωστοποιηθούν στο ευρύ κοινό.
Τοπία υψηλής αισθητικής, μνημεία αρχαίου και σύγχρονου πολιτισμού, μνημεία της φύσης (φαράγγια, γεωλογικοί σχηματισμοί, υπεραιωνόβια δένδρα κ.λπ.) θα πρέπει να προβάλλονται και να αποτελούν πόλους έλξης.
Τοπικά προϊόντα και παραδοσιακές δραστηριότητες θα πρέπει να αποτελούν μέρος του καταλόγου των ενδιαφερόντων μιας περιοχής.
Στην υπόθεση αυτή δεν θα πρέπει να παραλείπεται αλλά ούτε και να υποτιμάται το παραμικρό.
Μια περιοχή της Ιαπωνίας κατακλύζεται κάθε χρόνο από επισκέπτες οι οποίοι θέλουν να δουν και να φωτογραφίσουν τις ανθισμένες κερασιές της περιοχής.
Η χώρα μας έχει μια μεγάλη ποικιλία από δένδρα με εντυπωσιακή ανθοφορία, όπως κερασιές, μηλιές, ροδακινιές, αμυγδαλιές, αχλαδιές αλλά και άλλα ανθοφορούντα δένδρα. Όλα αυτά μπορούμε να τα προβάλλουμε κατάλληλα και να τα εντάξουμε τα αναπτυξιακά σχέδια ως σημαντικά χαρακτηριστικά των περιοχών.
Στόχος μας θα πρέπει να είναι η επισκεψιμότητα των περιοχών καθ' όλη τη διάρκεια το έτους.
Ορεινή Οικονομία – Οικοτεχνία – Παραδοσιακές Δραστηριότητες
Στον ορεινό χώρο της πατρίδας μας είχε αναπτυχθεί στο παρελθόν μια αξιοζήλευτη ορεινή οικονομία η οποία στη χειρότερη των περιπτώσεων κατάφερνε να εξασφαλίζει τα απαραίτητα προς το ζην για τους κατοίκους του.
Οι περιπτώσεις αυτές μπορούν να αποτελέσουν παραδείγματα αειφόρου ανάπτυξης αφού εκμεταλλεύονταν ισόρροπα όλους τους διαθέσιμους πόρους και σε πολλές περιπτώσεις έπαιρναν μέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος και κυρίως των εδαφών.
Στην περιοχή του Πάπιγκου υπήρχε γραπτή ρύθμιση η οποία όριζε πότε θα αρχίσει η βόσκηση στα ορεινά λιβάδια, πόσο θα διαρκέσει και πόσα ζώα θα βοσκήσουν. Μάλιστα ο αριθμός των βοσκόντων ζώων καθορίζονταν ανάλογα με την παραγωγή των βοσκοτόπων δηλαδή κατά τρόπο επιστημονικό.
Την ορεινή οικονομία μπορούν να συμπληρώσουν μια σειρά από άλλες παραδοσιακές δραστηριότητες όπως η παραδοσιακή γεωργία, η υφαντουργία, η τυροκομία, η παρασκευή τοπικών γλυκών και τροφίμων, οι υλοτομικές εργασίες, η ανθρακοποίηση του ξύλου, η ξυλογλυπτική, η αργυροχρυσοχοϊα, η παραδοσιακή οικοδομική και ξυλουργική κ.λπ.
Τοπικός ?νθρωπος
Όλα όσα αναφέρθηκαν δεν θα είχαν καμιά αξία χωρίς την παρουσία του ανθρώπου.
Οι κάτοικοι των ορεινών περιοχών θα πρέπει να βρίσκονται στο επίκεντρο κάθε αναπτυξιακής διαδικασίας. Στη χώρα μας δυστυχώς πολλές από τις ορεινές περιοχές έχουν ερημώσει και θα πρέπει να δοθούν κίνητρα για την επανάκαμψη ατόμων από τα αστικά κέντρα.
Τα άτομα αυτά θα επανέλθουν μόνο εάν έχουν μόνιμη απασχόληση και ένα εγγυημένο κατώτερο εισόδημα. Μετά τα δραματικά γεγονότα του φετινού καλοκαιριού γίνεται φανερό ότι ο ορεινός χώρος θα πρέπει να μας απασχολήσει σοβαρά. Θα πρέπει να διαχειριστεί κατά τρόπο σύγχρονο και ολοκληρωμένο με ιδιαίτερη βαρύτητα στην προστασία του. Αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς την παρουσία ικανών ανθρώπων και άρα η Δασοπονία έχει μια ευκαιρία να διαδραματίσει τον κοινωνικό της ρόλο στον τομέα της απασχόλησης των παραδασόβιων πληθυσμών.
Σε κάποιες αναπτυγμένες περιοχές του εξωτερικού όπου οι τοπικές κοινωνίες είναι οργανωμένες οικονομικά θέτουν ακόμα και όρια φέρουσας ικανότητας επισκεπτών.
Έτσι στην περιοχή του Αμπρούζο της Ιταλίας οι κλίνες των καταλυμάτων απαγορεύεται να ξεπεράσουν το 30% των μονίμων κατοίκων.
Αυτό το θέμα όμως είναι κάτι που μακάρι να μας απασχολήσει μελλοντικά.
Σχεδιασμός Ολοκληρωμένης Ανάπτυξης Ορεινών Περιοχών
Όλα όσα αναφέρθηκαν δεν θα είχαν καμία αξία αν δεν ενταχθούν σε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο ανάπτυξης των περιοχών αυτών.
Το σχέδιο αυτό θα προκύψει μετά από σωστή και σε βάθος μελέτη του χώρου, καταγραφή της υπάρχουσας κατάστασης, αξιολόγηση των δυνατοτήτων της κάθε περιοχής και προγραμματισμό των απαιτούμενων δράσεων.
Το μοντέλο των παλιών παραδοσιακών οικονομιών θα πρέπει να αποτελεί πρακτικό οδηγό για κάθε αναπτυξιακό σχέδιο αφού αποτελούσε την εφαρμογή της αειφορίας στην πράξη. Βέβαια τα πράγματα έχουν αλλάξει πολύ και οι αλλαγές αυτές στον τρόπο ζωής, στην οργάνωση της εργασίας και γενικά στον κοινωνικοοικονομικό τομέα θα πρέπει να ληφθούν πολύ σοβαρά υπόψη. Πολλές από τις αλλαγές οι οποίες έχουν συντελεστεί -όπως για παράδειγμα η άρση της απομόνωσης- μπορούν να συμβάλλουν θετικά στην ανάπτυξη των ορεινών περιοχών.
Επίσης η οικονομία μας έχει τα περιθώρια να επανασχεδιάσει και να αλλάξει την ιεράρχιση σε κάποιους οικονομικούς τομείς. Στα πλαίσια αυτών των αλλαγών θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στην ανάπτυξη των ορεινών περιοχών και πάντα μέχρι του επιθυμητού ορίου αντοχής τους.
Λάθη τα οποία έγιναν στην παραθαλάσσια ζώνη καθώς και σε ορισμένα χειμερινά θέρετρα θα πρέπει να αποφεύγονται.
Μ' αυτές τις σκέψεις θέλω να πιστεύω ότι έδωσα τα κίνητρα για περαιτέρω συζήτηση για το μεγάλο ζήτημα της ανάπτυξης των ορεινών περιοχών. Ο κλάδος της Δασολογίας και του Φυσικού Περιβάλλοντος θα πρέπει να έχει τον πρώτο λόγο στο μεγάλο αυτό ζήτημα. Για να είμαστε όμως πρωταγωνιστές σ' αυτές τις εξελίξεις θα πρέπει να συνεργαστούμε ουσιαστικά ξεκινώντας από τα εκπαιδευτικά και ερευνητικά ιδρύματα και φθάνοντας μέχρι τις Δασικές Υπηρεσίες και τον κλάδο των ελεύθερων επαγγελματιών. Θα πρέπει να καταλήξουμε σε συγκεκριμένες προτάσεις για την ορεινή Ελλάδα και να συμβουλέψουμε σωστά την Ελληνική Πολιτεία. Στο δύσκολο αυτό έργο δεν περισσεύει κανείς. ?μεσος στόχος μας η προστασία του ορεινού χώρου και η αειφόρος ανάπτυξή του με επίκεντρο τον τοπικό άνθρωπο.
Ο Θεοχάρης Δ. Ζάγκας είναι Αν. Καθηγητής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης στη Σχολή Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος.