►Νέα έκθεση της EY εξετάζει την επίδραση του καταναλωτισμού και της οικονομικής προσιτότητας στον κλάδο των βιοεπιστημών
►Πάνω από το 75% των εταιρειών Fortune 500 του κλάδου ενδέχεται να βρεθούν εκτός της λίστας μέχρι το 2023, λόγω του αυξανόμενου ανταγωνισμού και της σύγκλισης των κλάδων
►Κρίσιμης σημασίας για τη μελλοντική δημιουργία αξίας, η δυνατότητα αξιοποίησης, σύνδεσης και διαμοιρασμού των δεδομένων
Οι εταιρείες βιοεπιστημών κινδυνεύουν να περιθωριοποιηθούν από τις εταιρείες τεχνολογίας και τους νεοεισερχόμενους στην αγορά παίκτες, σύμφωνα με τη νέα έκθεση της EY, Progressions 2018 Life Sciences 4.0: Securing value through data-driven platforms. Η έκθεση αναφέρει ότι πάνω από το 75% των εταιρειών βιοεπιστημών, που περιλαμβάνονται σήμερα στη λίστα Fortune 500, κινδυνεύουν να βρεθούν εκτός της λίστας μέχρι το 2023, εάν δεν κοιτάξουν πέρα από τα νέα φάρμακα και τις συσκευές, στη δημιουργία νέων επιχειρηματικών μοντέλων για την παροχή εύχρηστων υπηρεσιών υγείας που θα αξιοποιούν τα δεδομένα και θα εστιάζουν στον καταναλωτή.
Σύμφωνα με την έκθεση, οι εταιρείες τεχνολογίας εξελίσσονται σε άμεσους ανταγωνιστές των εταιρειών βιοεπιστημών. Στο πλαίσιο της έρευνας, η EY κατέγραψε τις απόψεις 25 ηγετικών στελεχών του κλάδου των βιοεπιστημών παγκοσμίως, ανέλυσε τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας που κατέθεσαν εταιρείες τεχνολογίας, και αξιολόγησε πάνω από 150 συμπράξεις, εστιασμένες στην ψηφιακή τεχνολογία, που ανακοινώθηκαν μεταξύ εταιρειών βιοεπιστημών και άλλων ενδιαφερομένων μερών από το 2014 μέχρι σήμερα.
Σύμφωνα με την έκθεση, οι εταιρείες βιοεπιστημών δεν μπορούν πλέον να βασίζονται αποκλειστικά σε καινοτομίες που επικεντρώνονται στα ίδια τα προϊόντα, των οποίων οι αποδόσεις μειώνονται, καθώς τα συστήματα υγείας αντιμετωπίζουν οικονομικούς περιορισμούς διεθνώς. Όπως επισημαίνει η έκθεση, ο αριθμός των φαρμακευτικών προϊόντων που καταφέρνουν να φθάσουν το 50% των προβλέψεων των αναλυτών ως προς το μέγιστο ύψος πωλήσεων μειώνεται διαρκώς, καθώς οι πιέσεις επιστροφής δαπανών αυξάνονται.
Επιπλέον, οι εταιρείες τεχνολογίας επενδύουν ολοένα και περισσότερο στις μεταβαλλόμενες ανάγκες των καταναλωτών, των ιατρών, αλλά και των φορέων που καλύπτουν το κόστος της ιατροφαρμακευτικής δαπάνης, κάνοντας τις δικές τους προσφορές. Μεταξύ άλλων, μεταφέρουν το κέντρο βάρους των δραστηριοτήτων τους από την αποθήκευση δεδομένων σε cloud και τα συστήματα παρακολούθησης της φυσικής κατάστασης και του ύπνου, σε υπηρεσίες διαχείρισης ασθενειών, η οποία παραδοσιακά αποτελεί μία βασική υπηρεσία του κλάδου βιοεπιστημών. Σύμφωνα με την έκθεση, από το 2013 μέχρι σήμερα στις ΗΠΑ, τρεις από τις μεγαλύτερες εταιρείες τεχνολογίας έχουν υποβάλει περισσότερα από 300 διπλώματα ευρεσιτεχνίας στον τομέα της υγείας, αντιπροσωπεύοντας αύξηση κατά 38% στα σχετικά διπλώματα από αυτές τις εταιρείες.
Πλατφόρμες περίθαλψης
Η έκθεση περιγράφει τις πλατφόρμες περίθαλψης ως διεπαφές που συλλέγουν, συνδυάζουν και μοιράζονται σε πραγματικό χρόνο ένα πλήθος δεδομένων υγείας με διαφορετικά ενδιαφερόμενα μέρη, με κοινό στόχο βελτιωμένες εκθέσεις όσον αφορά στην υγεία των πελατών.
Χωρίς αμφιβολία, οι εταιρείες βιοεπιστημών επενδύουν και συνάπτουν συμφωνίες γύρω από τις πλατφόρμες περίθαλψης. Για παράδειγμα, η έκθεση αναφέρει ότι, από το 2014, οι εταιρείες βιοεπιστημών υπέγραψαν σχεδόν 90 συμφωνίες με αντικείμενο την ψηφιακή τεχνολογία. Από τις συμφωνίες που επικεντρώθηκαν σε θέματα θεραπευτικής φροντίδας, το 50% περιελάμβανε πλατφόρμες για τον διαβήτη ή το αναπνευστικό, ενώ το 14% αφορούσε σε προϊόντα ή υπηρεσίες υποστήριξης καρκινοπαθών.
Επαναπροσδιορίζοντας την καινοτομία
Η έκθεση καταλήγει ότι οι εταιρείες βιοεπιστημών πρέπει ακόμα να δώσουν έμφαση στην καινοτομία, ιδίως στη σύνδεση των αποτελεσμάτων με την πιο ενεργή εμπλοκή των πελατών, την εξατομίκευση και την κατανόηση των δεδομένων, καθώς και στην αντιμετώπιση ανεπαρκειών και περιορισμών κόστους.